Πήγα χθες σε
μια συνάντηση συμμαθητών από το δημοτικό σχολείο. Μισό αιώνα μετά ξαναβρέθηκα, με ανθρώπους που είχα να τους δω από τότε, με άλλους που λόγω του ότι κατοικούμε
στην μικρή μας πόλη, συνεχίζουμε να βλεπόμαστε, και το πιο ενδιαφέρον, με κάποιους
με τους οποίους έχουμε βρεθεί στα social media, εδώ και λίγο καιρό.
Ξεκίνησα να πάω στην παραλιακή ταβέρνα όπου είχε δοθεί το ραντεβού με ανάμεικτα συναισθήματα. Τι θέλουμε τώρα ; Τι ψάχνουμε να βρούμε; Τι έχουμε να πούμε με ανθρώπους από τους οποίους έχουμε απομακρυνθεί 50 χρόνια; Κι απ’ την άλλη, με μια ενδόμυχη περιέργεια για αυτούς με τους οποίους ζήσαμε κάποια σημαδιακά χρόνια σε δύσκολες εποχές· περιέργεια για το που βρίσκονται, τι κάνουν τώρα και πως έχουν πορευτεί όλα αυτά τα χρόνια. Πιστεύω ότι σε τέτοιες συναντήσεις δεν αποφεύγεις την υποσυνείδητη απόπειρα συγκρίσεων. «Αυτός πέτυχε στη ζωή του. Αυτουνού τα παιδιά πρόκοψαν. Ο άλλος για να μην μιλάει για τη δουλειά του κάτι θέλει να κρύψει (την αποτυχημένη του πορεία ίσως;) Η δική μου πορεία ήταν καλύτερη η χειρότερη απ’ αυτές των υπολοίπων; Θα μπορούσαμε να έχουμε τραβήξει άλλο δρόμο και τώρα που μιλάμε, ίσως μετανιώνουμε για τις ευκαιρίες που χάθηκαν;»
Ξεκινήσαμε όλοι απ’ την ίδια αφετηρία; Μάλλον όχι. Τότε δεν το ξέραμε. Είχαμε τους ίδιους δασκάλους, αλλά έφτανε αυτό; Οι εικόνες που προσλαμβάναμε απ’ το περιβάλλον μας, είχαν την ίδια επιρροή πάνω μας; Μάλλον αποτελούσαμε αντιπροσωπευτικό δείγμα μιας γενιάς που προερχόταν από χαμηλά έως μεσαία οικονομικά κοινωνικά στρώματα (γονείς υπάλληλοι, μικροεπαγγελματίες κ.λπ.) μιας μικρής επαρχιακής πόλης ισχυρά συντηρητικής και οπισθοδρομικής. Τελειώναμε το σχολείο μέσα τη χούντα, με ένα κλίμα φόβου (σίγουρα όχι για όλους) και παράλογης αυστηρότητας εκπορευομένης από δάσκαλους περίπου βασανιστές και παπάδες που κράδαιναν ρομφαίες. Ξεφύγαμε απ’ αυτό το πλαίσιο; Πήγαμε παραπέρα; Δώσαμε στην επόμενη γενιά αυτά που ίσως δεν πήραμε απ’ την προηγουμένη; Δεν ξέρω τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα. Σίγουρα ξεφύγαμε μεγαλώνοντας και φεύγοντας για σπουδές η άλλες ασχολίες, διότι μας δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσουμε κι έναν κόσμο πέρα απ’ τα ασφυκτικά τείχη της επαρχίας. Είναι μάλλον λάθος όμως η προσπάθεια ομαδοποίησης τώρα, τόσα χρόνια μετά, ανθρώπων με διαφορετικές πορείες ζωής.
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι τα ανάμεικτα συναισθήματα έδωσαν τη θέση τους σε χαρούμενη κι ανάλαφρη διάθεση. Η συνάντηση, προσωπικά τουλάχιστον, μου προσέφερε την αίσθηση της χαράς, του να ξαναβρίσκεις φίλους που είναι καλά, που συνεχίζουν να υπάρχουν και να προσπαθούν. Κι έφερε στην επιφάνεια αναμνήσεις από την εποχή της αθωότητας που έχει μεν περάσει ανεπιστρεπτί, έχει όμως, θέλω να πιστεύω, αφήσει το αποτύπωμα της σε όλους μας.
Ξεκίνησα να πάω στην παραλιακή ταβέρνα όπου είχε δοθεί το ραντεβού με ανάμεικτα συναισθήματα. Τι θέλουμε τώρα ; Τι ψάχνουμε να βρούμε; Τι έχουμε να πούμε με ανθρώπους από τους οποίους έχουμε απομακρυνθεί 50 χρόνια; Κι απ’ την άλλη, με μια ενδόμυχη περιέργεια για αυτούς με τους οποίους ζήσαμε κάποια σημαδιακά χρόνια σε δύσκολες εποχές· περιέργεια για το που βρίσκονται, τι κάνουν τώρα και πως έχουν πορευτεί όλα αυτά τα χρόνια. Πιστεύω ότι σε τέτοιες συναντήσεις δεν αποφεύγεις την υποσυνείδητη απόπειρα συγκρίσεων. «Αυτός πέτυχε στη ζωή του. Αυτουνού τα παιδιά πρόκοψαν. Ο άλλος για να μην μιλάει για τη δουλειά του κάτι θέλει να κρύψει (την αποτυχημένη του πορεία ίσως;) Η δική μου πορεία ήταν καλύτερη η χειρότερη απ’ αυτές των υπολοίπων; Θα μπορούσαμε να έχουμε τραβήξει άλλο δρόμο και τώρα που μιλάμε, ίσως μετανιώνουμε για τις ευκαιρίες που χάθηκαν;»
Ξεκινήσαμε όλοι απ’ την ίδια αφετηρία; Μάλλον όχι. Τότε δεν το ξέραμε. Είχαμε τους ίδιους δασκάλους, αλλά έφτανε αυτό; Οι εικόνες που προσλαμβάναμε απ’ το περιβάλλον μας, είχαν την ίδια επιρροή πάνω μας; Μάλλον αποτελούσαμε αντιπροσωπευτικό δείγμα μιας γενιάς που προερχόταν από χαμηλά έως μεσαία οικονομικά κοινωνικά στρώματα (γονείς υπάλληλοι, μικροεπαγγελματίες κ.λπ.) μιας μικρής επαρχιακής πόλης ισχυρά συντηρητικής και οπισθοδρομικής. Τελειώναμε το σχολείο μέσα τη χούντα, με ένα κλίμα φόβου (σίγουρα όχι για όλους) και παράλογης αυστηρότητας εκπορευομένης από δάσκαλους περίπου βασανιστές και παπάδες που κράδαιναν ρομφαίες. Ξεφύγαμε απ’ αυτό το πλαίσιο; Πήγαμε παραπέρα; Δώσαμε στην επόμενη γενιά αυτά που ίσως δεν πήραμε απ’ την προηγουμένη; Δεν ξέρω τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα. Σίγουρα ξεφύγαμε μεγαλώνοντας και φεύγοντας για σπουδές η άλλες ασχολίες, διότι μας δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσουμε κι έναν κόσμο πέρα απ’ τα ασφυκτικά τείχη της επαρχίας. Είναι μάλλον λάθος όμως η προσπάθεια ομαδοποίησης τώρα, τόσα χρόνια μετά, ανθρώπων με διαφορετικές πορείες ζωής.
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι τα ανάμεικτα συναισθήματα έδωσαν τη θέση τους σε χαρούμενη κι ανάλαφρη διάθεση. Η συνάντηση, προσωπικά τουλάχιστον, μου προσέφερε την αίσθηση της χαράς, του να ξαναβρίσκεις φίλους που είναι καλά, που συνεχίζουν να υπάρχουν και να προσπαθούν. Κι έφερε στην επιφάνεια αναμνήσεις από την εποχή της αθωότητας που έχει μεν περάσει ανεπιστρεπτί, έχει όμως, θέλω να πιστεύω, αφήσει το αποτύπωμα της σε όλους μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου